ΤΗ ΙΓ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Μνήμη τής Ανακομιδής τού Λειψάνου τού έν Αγίοις Πατρός ημών Νικηφόρου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

 

Εις τό, Κύριε εκέκραξα, Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος πλ. δ'

Ώ τού παραδόξου

Λόγω τά πάθη Πανόλβιε, καθυποτάξας σαφώς, τήν ψυχήν κατελάμπρυνας, αρετών εν χρώμασι, καί δογμάτων ορθότητι, τόν τής σοφίας πλούτον δρεψάμενος, καί διανείμας τοίς σοί προστρέχουσι, λύχνος πολύφωτος, γεγονώς τή χάριτι, θεοπρεπώς, ώφθης εγκαλλώπισμα, τή Εκκλησία Χριστού.

 

Νίκην κατ' εχθρών αράμενος, δικαιοσύνης λαμπρώ, νύν στεφάνω κεκόσμησαι, Νικηφόρε πάνσοφε, τής αγνείας διδάσκαλε, τής ευσεβείας στύλος ακράδαντος, τής Εκκλησίας ακαταμάχητος, πύργος γενόμενος, τών αφρόνων άπασαν, αιρετικών, φάλαγγα κατέστρεψας, θεόφρoν Όσιε.

 

Ένδον τών αδύτων πέφηνας, εις ουρανούς αναβάς, αρετών εποχούμενος, θεορρήμον άρμασι, διφρηλάτης αιθέριος, ως ο θεσβίτης νύν ανυψούμενος, ού καί τόν ζήλον εκμιμησάμενος, ξίφει τού Πνεύματος, τής αισχύνης άπαντας, τούς Ιερείς, άριστα κατέσφαξας, μακαριώτατε.

Δόξα... Kαί νύν... Θεοτοκίον

Χαίροις οικουμένης καύχημα, χαίρε Κυρίου ναέ, χαίρε όρος κατάσκιον, χαίρε καταφύγιoν, χαίρε λυχνία χρυσή, χαίρε τό κλέος τών ορθοδόξων σεμνή, χαίρε Μαρία, Μήτηρ Χριστού τού Θεού, χαίρε Παράδεισε, χαίρε θεία τράπεζα, χαίρε σκηνή, χαίρε στάμνε πάγχρυσε, χαίρε η πάντων ελπίς.

Η Σταυροθεοτοκίον

Ήλιος ιδών σε έφριξεν, επί Σταυρού Ιησού, ηπλωμένον θελή ματι, καί η γή εσείετο, καί πέτραι διερρήγνυντο, καί τά μνημεία φόβω ηνοίγοντο, καί αι δυνάμεις πάσαι εξίσταντο, άπερ ως έβλεψεν, η Παρθένος Δέσποινα, εν στεναγμοίς, Οίμοι ανεκραύγαζε, τί τό ορώμενον:

 

Απολυτίκιον  Ήχος δ'

Κανόνα πίστεως καί εικόνα πραότητος, εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξέ σε τή ποίμνη σου, η τών πραγμάτων αλήθεια, Διά τούτο εκτήσω τή ταπεινώσει τά υψηλά, τή πτωχεία τά πλούσια, Πάτερ Ιεράρχα Νικηφόρε, πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, σωθήναι τάς ψυχάς ημών.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

Οι Κανόνες τού Αγίου, καί τού Τριωδίου. Ο κανών τού Αγίου.

 

Ποίημα Ιγνατίου

 

Ωδή α'  Ήχος β'

«Δεύτε Λαοί, άσωμεν άσμα Χριστώ τώ Θεώ, τώ διελόντι θάλασσαν, καί οδηγήσαντι, τόν Λαόν όν ανήκε, δουλείας Αιγυπτίων, ότι δεδόξασται».

 

Αμαρτιών, τάφω δεινώ συσχεθέντα με, τή αθανάτω νεύσει σου καί τή ευσπλάγχνω σου, αναστήσας παλάμη, ζώωσον ως οικτίρμον, καί πολυέλεος.

 

Τάς γενικάς, τών αρετών τελειότητας, τετραμερώς κτησάμενος, καί ως εν άρματι, επιβάς θεοφόρε, εις νύσσαν θεωρίας, ήρθης εκ πράξεως.

 

Σύ τής ζωής, τής ακηράτου δεξάμενος, εκ τού κρατήρος Όσιε, τό θείον έπιε, καί νηφάλιον πόμα, διό καί τής σοφίας, δοχείον γέγονας.

 

Απελαθείς, θρόνου καί δόξης καί ποίμνης σου, χειρί βιαία Όσιε, τών τής αιρέσεως, θυμοφθόρων θηρίων, νυνί πρός τήν οικείαν, μάνδραν εισήλασας.

Θεοτοκίον

Τόν τού Πατρός, Λόγον τώ λόγω συνείληφας, καί υπέρ λόγον τέτοκας, καί μετά κύησιν, υπέρ φύσιν καί λόγον, Παρθένος ως πρό τόκου, πάλιν διέμεινας.

 

Ωδή γ'  Ο Ειρμός

«Στερέωσον ημάς εν σοί Κύριε, ο ξύλω νεκρώσας τήν αμαρτίαν, καί τόν φόβον σου εμφύτευσον, εις τάς καρδίας ημών τών υμνούντων Σε».

 

Τώ όπλω τού Σταυρού θωρακισάμενος, τό θείον εκτύπωμα τού Σωτήρος, περιγράφων προσεκύνεις ευσεβώς, πατρικοίς εφεπόμενος θεσπίσμασιν.

 

Ποίμνη τόν ποιμένα σε ποθήσασα, τόν ταύτης κατ' όνομα συγκαλούντα, καί τούς λύκους εκδιώκοντα, τή τής πίστεως ράβδω σοί προστρέχει Σοφέ.

 

Ως πάλαι Ιωσήφ τού θείου σώφρονος, τό σώμα ο Ισραήλ συγκομίζει, ούτω νύν η Εκκλησία Χριστού, τήν σορόν τών λειψάνων σου σεβάζεται.

Θεοτοκίον

Ναός καί ιερόν κατοικητήριον, τού Λόγου υπάρχουσα Θεοτόκε, τών πταισμάτων ιλαστήριον, Παναγία γενού μοι Θεονύμφευτε.

 

Κάθισμα   Ήχος γ'

Θείας πίστεως

Νίκαις έστεψας τήν Εκκλησίαν, πλάνην έτρεψας κακοδοξίας, Νικηφόρος φερωνύμως γενόμενος, καί αγιάζεις τού κόσμου τά πέρατα, συγκομιδή τού αγίου λειψάνου σου, Πάτερ Οσιε, Xριστόν τόν Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τό μέγα έλεος.

Θεοτοκίον

Θείας φύσεως ουκ εχωρίσθη, σάρξ γενόμενος εν τή γαστρί σου, αλλά Θεός εναθρωπήσας μεμένηκεν, ο μετά τόκον Μητέρα Παρθένον σε, ως πρό τού τόκου φυλάξας Πανάμωμε, μόνος Κύριος, Αυτόν εκτενώς ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τό μέγα έλεος.

Η Σταυροθεοτοκίον

Η αμίαντος αμνάς τού Λόγου, η ακήρατος Παρθενομήτωρ, εν τώ Σταυρώ θεασαμένη κρεμάμενον, τόν εξ αυτής ανωδίνως βλαστήσαντα, μητροπρεπώς θρηνωδούσα εκραύγαζεν, Οίμοι τέκνον μου! πώς πάσχεις θέλων ρύσασθαι, παθών τής ατιμίας τόν άνθρωπον;

 

Ωδή δ'  Ο Ειρμός

«Εισακήκοα Κύριε, τή ν ακοήν τής σής οικονομίας, καί εδόξασά σε, μόνε φιλάνθρωπε».

 

Κιβωτός αγιάσματος, εξ ής πηγήν ιάσεων αντλούμεν, η σορός σου γέγονε τοίς τιμώσί σε.

 

Τάς αιρέσεις εδίωξας, καί τήν τής ποίμνης μάνδραν ησφαλίσω, διδαχαίς ενθέοις περιφραξάμενος.

 

Κατά χρέος τιμώμέν σου, τήν τών Λειψάνων Μάκαρ μυροθήκην, ως ζωής πηγάζουσαν, ευωδίαν πιστοίς.

Θεοτοκίον

Νοητόν σε Παράδεισον, τής ζωής τό ξύλον δεξαμένην, εν γαστρί Παρθένε Χριστόν δοξάζομεν.

 

Ωδή ε'  Ο Ειρμός

«O τού φωτός χορηγός, καί τών αιώνων Ποιητής Κύριος, εν τώ φωτί τών σών προσταγμάτων οδήγησον ημάς, εκτός σου γάρ άλλον Θεόν ου γινώσκομεν».

 

Εχθροί αισχύνονται νύν, αιρεσιάρχαι σύν αυτοίς μαίνονται, τήν σήν σορόν ορώντες θεόφρον, πιστώς Τιμωμένην, υπό Βασιλέως καί πάσης τής ποίμνης σου.

 

Η ιερά σου σορός, τά τών δαιμόνων πονηρά πνεύματα, ως φοβερά μάστιξ εκδιώκει, καί νίκην κατ' αυτών, Νικηφόρε δόξης, θεόθεν κομίζεται.

 

Τού συνειδότος εν σοί, τό χωνευτήριον πυρί Πνεύματος, αναφλεχθέν, ως χρυσόν τή πίστει, σέ έδειξε λαμπρόν, τών αιρετιζόντων, ελέγχον τό κίβδηλον.

Θεοτοκίον

Ωραιωθείσα Σεμνή, τή επελεύσει τού σεπτού Πνεύματος, Θεόν μαζοίς θηλάζεις, καί τούτον συνέχεις αγκάλαις, τόν πάσαν τήν κτίσιν, παλάμαις συνέχοντα.

 

Ωδή ς'  Ο Ειρμός

«Εν αβύσσω πταισμάτων κυκλούμενος, τήν ανεξιχνίαστον τής ευσπλαγχνίας σου, επικαλούμαι άβυσσον, εκ φθοράς ο Θεός με ανάγαγε».

 

Υπέρ πίστεως πάθη υπέμεινας, υπέρ τής Πατέρων σεπτής παραδόσεως, υπερορίας ήνεγκας, δι' ών δόξαν εκτήσω υπέρτιμον.

 

Η εδραία σου πίστις καί ένστασις, τάς τών τυραννούντων ανοίας διέσεισε, στύλος πυρός δέ γέγονε, τή σεπτή Εκκλησία Μακάριε.

 

Ως φαιδρούς μαργαρίτας καί λίθους Σοφέ, υπερδιαυγείς τήν σορόν καί τήν κόνιν σου, η Εκκλησία φέρουσα, ορθοτόμω στεφάνω καλλύνεται.

Θεοτοκίον

Τόν απόρρητον τρόπον τού τόκου σου, γλώσσαι γηγενών καί Αγγέλων γεραίρουσι, τών ποιημάτων Δέσποινα, υπερτέραν σε πάντων δοξάζουσαι.

 

Συναξάριον

Τή ΙΓ' τού αυτού μηνός, μνήμη τής Ανακομιδής τού Λειψάνου τού εν Αγίοις Πατρός ημών Νικηφόρου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Στίχοι

·        Νίκης εορτήν η πόλις Νικηφόρε,

·        Δοχήν άγει σου Λειψάνου Νικηφόρου.

·        Χούς τρισκαιδεκάτη Νικηφόρου άστυ εισήχθη.

 

Τή αυτή ημέρα, μνήμη τού Ιερομάρτυρος Πουπλίου επισκόπου Αθηνών.

Στίχοι

·        Στολήν έβαψας αιμάτων ρείθροις, μάκαρ,

·        Καί λαμπρός ώφθης νύν Κυρίω ή πλέον.

 

Τή αυτή ημέρα, Mνήμη τών Αγίων Μαρτύρων Αφρικανού, Πουπλίου, καί Τερεντίου, ών η Σύναξις τελείται εν τώ Παυλοπετρείω.

Στίχοι

·        Συμμάρτυρας τρείς, ών διά ξίφους τέλος,

·        Ίσα στεφάνοις τοίς ιάμβοις χρή στέφειν.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Άγιος Άβιβος ο εξ Ερμουπόλεως, λίθω προσδεθείς, καί εν ποταμώ βληθείς, τελειούται.

Στίχοι

·        Βληθείς Άβιβος εις ποταμόν σύν λίθω,

·        Εκπλεί ποταμόν συρφετώδη τού βίου.

 

Τή αυτή ημέρα, η Αγία Μάρτυς Χριστίνα η εκ Περσίδος, μαστιζομένη τελειούται.

Στίχοι

·        Μάστιξ τό τύπτον, σάρξ τό πάσχον Χριστίνης.

·        Χριστού χάριν χέουσα κρουνούς αιμάτων.

 

Ταίς αυτών αγίαις πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

 

Ωδή ς'  Ο Ειρμός

«Εικόνος χρυσής, έν πεδίω Δεηρά λατρευομένης, οι τρείς σου Παίδες κατεφρρρρ οόνησαν, αθεωτάτου προστάγματος μέσον δέ πυρός εμβληθέντες, δροσιζόμενοι έψαλλον, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών».

 

Τή θεία ροπή, αδιάφθορα τηρείται τά εντάφια, καί τά όστά σου θείω νεύματι, τήν αρμονίαν μή λύσαντα, πάσαν ακαθάρτων πνευμάτων, διασκεδάζει κακόνοιαν, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Συντρέχει Ποιμήν, Βασιλεύς τε ευσεβής καί τών εν τέλει πληθύς, καί υποθέντες τή ενδόξω σου, σορώ αυχένας θεόληπτε, ώσπερ κιβωτώ παναγία, δορυφορούσι καί ψάλλουσιν, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Ο θείος σηκός, τών τού Λόγου Μαθητών υποδεχέσθω σεμνώς, τών Αποστόλων τόν συνόμιλον, καί τών Μαρτύρων τόν σύσκηνον, τών Ιεραρχών τήν κρηπίδα, καί τόν Οσίων ομότροπον, Ευλογητός εί, ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον

Ορών Μωϋσής, βάτον άφλεκτον πυρί αναπτομένην, εν τώ Σιναίω Μήτερ πάναγνε, προδιετύπου τήν μήτραν σου, πύρ γάρ συλλαβούσα τό θείον, ου κατεφλέχθης, αλλ' έτεκες, τόν τού φωτός δημιουργόν, Θεόν καί Άνθρωπον.

 

Ωδή η'  Ο Ειρμός

«Τόν εν καμίνω τού πυρός, τών Εβραίων τοίς Παισί συγκαταβάντα, καί τήν φλόγα εις δρόσον, μεταβαλόντα, Θεόν, υμνείτε τά έργα ως Κύριον, καί υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας».

 

Εν τώ λιμένι τής ζωής, εκ πολλών τρικυμιών έφθασας Πάτερ, τή τού Πνεύματος αύρα, καί τό τού φόρτου καλόν, αβρόχω ποδί σου διέσωσας, καί νύν απολαυεις τής εκείσε γαλήνης.

 

Τάφον ορώντες οι πιστοί, εις κοινόν θυσιαστήριον ληφθέντα, εν ώ θείαι τελούνται όλοκαυτώσεις, πιστώς, καί ένδον, νεκρόν Ιερώτατον, τόν θαυματουργόν υπερυψούμεν.

 

Χαίρει τό ποίμνιον φαιδρώς, εορτάζει Μοναστών λαμπρά χορεία, καί πιστών Βασιλέων η ευσεβής πορφυρίς, καί πάσα δυναστών ομήγυρις, επί τή σεμνή κομιδή τών σών λειψάνων.

Θεοτοκίον

Λόγω τόν Λόγον εν γαστρί, τών τά πάντα συστησάμενον τώ λόγω, συλλαβούσα ασπόρως Θεοκυήτορ Αγνή Παρθένε, υπέρ λόγον τέτοκας, όν υπερυψούμεν εις πάντας τούς αιώνας.

 

Ωδή θ'  Ο Ειρμός

«Τόν εκ Θεού Θεόν Λόγον, τόν αρρήτω σοφία, ήκοντα καινουργήσαι τόν Αδάμ, βρώσει φθορά πεπτωκότα δεινώς, εξ αγίας Παρθένου, αφράστως σαρκωθέντα δι' ημάς, οι πιστοί Ομοφρόνως, εν ύμνοις μεγαλύνομεν».

 

Επί τή σή πανηγύρει, καί τοίς επαίνοις σου Πάτερ,, Αγγέλων συγχορεύουσα πληθύς, τόν υπεράγιον Κύριον, ευχαρίστως δοξάζει, καί τήν ειρήνην άνωθεν ημίν, εξαιτείται τοίς πίστει, τιμώσί σου τό λείψανον.

 

Η τών λειψάνων σου χάρις, ως σεπτόν ιατρείον, τή ασθενεία γένοιτο ημίν, καί η πρεσβεία Πανεύφημε, ιλαστήριον πάσι, καί πρός Θεόν οδός καί οδηγός, τοίς εν πίστει καί πόθω, τιμώσί σε μακάριε.

 

Νικητικαίς πανοπλίαις, τούς πιστούς θωρακίσας, Παντάναξ τή χειρί σου Βασιλείς, κατά Βαρβάρων ενίσχυσον, καί τήν σήν Εκκλησίαν, ως άσφαλή κρηπίδα τών πιστών, τού Οσίου πρεσβείαις, ορθοτoμούσαν, φύλαττε.

Θεοτοκίον

Ως κραταιάν προστασίαν, ως ελπίδα καί τείχος, καί άγκυραν καί σκέπην ασφαλή, καί απροσμάχητον έρεισμα, καί αχείμαστον όρμον, καί μόνον καταφύγιον, Αγνή, κεκτημένον σε πάντες, σωζόμεθα Πανύμνητε.

 

Τό Φωταγωγικόν, τό Ιδιόμελον σύν τώ Μαρτυρικώ.

 

Καί η λοιπή Ακολουθία ως σύνηθες, καί Απόλυσις